- συῶν
- ὗςthe wild swinemasc/fem gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Древнемакедонский язык — Страны: Древняя Македония Вымер: к III ве … Википедия
μορφώτρια — μορφώτρια, ἡ (Α) (για την Κίρκη) αυτή που μεταμορφώνει («Λιγυστίς θ ἡ συῶν μορφώτρια Κίρκη», Ευρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Θηλ. τού αμάρτυρου *μορφωτήρ (< μορφῶ)] … Dictionary of Greek
σίγραι — οἱ, Α (κατά τον Ησύχ.) «τῶν ἀγρίων συῶν οἱ βραχεῑς καὶ σιμοί». [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. συνδέεχαι πιθ. με τον τ. που παραδίδει ο Ησύχ. «σίκα ὗς» (βλ. και λ. σῦς)] … Dictionary of Greek
υολλός — ὁ, Α (κατά τον Ησύχ.) «τόπος συῶν βορβορώδης» … Dictionary of Greek
χυρράβιος — ὁ, Α συν. στον πληθ. οἱ χυρράβιοι (κατά τον Ησύχ.) «δεσμοὶ συῶν». [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. χύρρα] … Dictionary of Greek